Στην... ευαισθησία των εθελοντών και του ΕΣΠΑ
Διέξοδος για την κεντρική διοίκηση και τους δήμους η χρηματοδότηση μέσω κοινοτικών πόρων και η στροφή στον εθελοντισμό
Χαρακτηριστικές των
σύγχρονων ευρωπαϊκών κοινωνιών ήταν ως σχετικά πρόσφατα οι κοινωνικές
πολιτικές. Και όμως τώρα περνούν στη χώρα μας - και όχι μόνο - τις δικές
τους συμπληγάδες. Σε μια περίοδο μάλιστα που η ενίσχυσή τους είναι πιο
απαραίτητη από ποτέ για τη διατήρηση της συνοχής της ελληνικής
κοινωνίας. Η ελλιπής κρατική χρηματοδότηση και η υποστελέχωση θέτουν σε
αμφισβήτηση όποια πρόοδο είχε συντελεστεί. Μοναδική λύση φαίνεται ότι
αποτελεί για την κεντρική διοίκηση, αλλά και τους δήμους που έχουν
επωμιστεί το μεγαλύτερο βάρος της άσκησης κοινωνικής πολιτικής, η
χρηματοδότηση μέσω κοινοτικών πόρων, αλλά και η στροφή στον εθελοντισμό,
που όμως δεν εγγυώνται τη συνέχεια και συνέπεια που απαιτούνται στην
άσκηση κοινωνικής πολιτικής.
Στην αυγή της νέας χρονιάς η αγωνία για τη συνέχιση της χρηματοδότησης κατά τη «Νέα Προγραμματική Περίοδο 2014-2020» βρίσκεται στο επίκεντρο των συζητήσεων, καθώς η δημιουργία κενών θα θέσει σε κίνδυνο τις υπάρχουσες δομές. «Απαιτούμε από τα υπουργεία Οικονομικών και Ανάπτυξης, που διαχειρίζονται κατά βάση τους κοινοτικούς πόρους, τη διασφάλιση του συνόλου της απαραίτητης χρηματοδότησης ως το 2020 για τη λειτουργία, αλλά και την ανάπτυξη νέων δομών, τις οποίες έχουν ανάγκη 1 εκατομμύριο οικογένειες σε όλη την Ελλάδα» λέει μιλώντας στο «Βήμα» ο κ. Σίμος Δανιηλίδης, πρόεδρος της Επιτροπής Κοινωνικής Πολιτικής της ΚΕΔΕ και δήμαρχος Νεάπολης - Συκεών, ενός δήμου πρωτοπόρου στην αξιοποίηση κοινοτικών κονδυλίων για τη στήριξη της κοινωνικής πολιτικής.
«Βοήθεια στο Σπίτι»
Από σαράντα κύματα έχει περάσει το πρόγραμμα «Βοήθεια στο Σπίτι»,
το οποίο μέσα από 879 δομές σε όλη τη χώρα εξυπηρετεί συνολικά 75.000
δικαιούχους, μοναχικούς ηλικιωμένους και ΑμεΑ, ενώ απασχολεί 3.300
συμβασιούχους εργαζομένους. Από το 2012 το πρόγραμμα έπαψε να
χρηματοδοτείται από κοινοτικά κονδύλια, όμως χάρη στους αγώνες
εργαζομένων και κοινωνικών φορέων, που ανέδειξαν την αναγκαιότητά του,
στηρίζεται εξ ολοκλήρου σε εθνικούς πόρους.
Στις 30 Σεπτεμβρίου 2013 η σύμβαση χρηματοδότησης έληξε, όμως η οριστική λύση για τη διασφάλιση λειτουργίας του προγράμματος δεν ήρθε. Με τροπολογία, η χρηματοδότηση επεκτάθηκε ως τον Σεπτέμβριο του 2014, ενώ ως τότε θα πρέπει να γίνει η απαραίτητη προετοιμασία για την ολοκληρωμένη μετάβαση στη νέα εποχή του προγράμματος. Τα επί μέρους προγράμματα «Κατ' οίκον φροντίδα συνταξιούχων», «Κατ' οίκον κοινωνική φροντίδα» και «Κατ' οίκον νοσηλεία» θα αποτελέσουν τη μετεξέλιξη του «Βοήθεια στο Σπίτι», αρκεί φυσικά να εξασφαλιστούν οι απαραίτητοι πόροι.
«Οι εργαζόμενοι, κοινωνικοί επιστήμονες, νοσηλευτές, οικογενειακοί βοηθοί, είναι αυτοί που έκαναν το πρόγραμμα σεβαστό στην ελληνική κοινωνία» αναφέρει στο «Βήμα» ο πρόεδρος των εργαζομένων κ. Γιάννης Αθανασίου, διερωτώμενος τι θα γίνει αν δεν βρεθεί χρηματοδότηση. «Η πίεση για δημιουργία Κοινωνικών Συνεταιριστικών Επιχειρήσεων, τα τελευταία δυόμισι χρόνια, μπορεί να στηρίζεται στην πρόθεση εκμετάλλευσης λιμναζόντων πόρων του ΕΣΠΑ, όμως η κοινωνική πολιτική δεν γίνεται με όρους επιχείρησης» τονίζει.
Η ανάγκη για συνέχεια και παροχή υπηρεσιών υψηλού επιπέδου αποτελεί το βασικό επιχείρημα της ΚΕΔΕ, η οποία απορρίπτει τη λύση των ΚοινΣΕπ και προκρίνει την παραμονή του προγράμματος στην ευθύνη των δήμων. «Με τη διασφάλιση κονδυλίων ύψους 100 εκατ. ευρώ ετησίως, η Τοπική Αυτοδιοίκηση με την εμπειρία που διαθέτει στην πραγματοποίηση συγχρηματοδοτούμενων προγραμμάτων μπορεί να εγγυηθεί τη συνέχιση του προγράμματος» είναι η θέση του κ. Δανιηλίδη.
Παιδικοί σταθμοί
Μετά τις παλινωδίες του περασμένου καλοκαιριού, οπότε χιλιάδες
παιδιά κινδύνευσαν να μείνουν εκτός παιδικών σταθμών, η αγωνία για τις
οικογένειες επιτείνεται. Ο σκόπελος ξεπεράστηκε με την τοποθέτηση μέσω
ΕΣΠΑ 45.102 παιδιών σε δημοτικές δομές και 23.424 σε ιδιωτικές, ενώ
1.770 παιδιά εντάχθηκαν με χρηματοδότηση του Ιδρύματος «Σταύρος
Νιάρχος». Σε 123 δήμους της χώρας το ΕΣΠΑ δούλεψε αποκλειστικά σε
δημοτικές δομές, ενώ σε 56 δεν αξιοποιήθηκε καθόλου. Σε σχέση με το
2012, οι προσφερόμενες χρηματοδοτούμενες θέσεις αυξήθηκαν εφέτος κατά
16%, που αντιστοιχεί σε 7.255 παιδιά.
Στον Δήμο Αθηναίων οι 77 παιδικοί σταθμοί φιλοξενούν εφέτος τον μεγαλύτερο αριθμό παιδιών που έχει φιλοξενηθεί ποτέ, μετρώντας 4.800 παιδιά - μόνο 550 χρηματοδοτούμενα -, ενώ η συνολική δυναμικότητα ανέρχεται σε 5.500 θέσεις. «Είναι σημαντικό εργαλείο το ΕΣΠΑ για τη στήριξη των μικρομεσαίων εισοδημάτων που συμπιέζονται. Εμείς δεν εξαρτόμαστε από αυτό, διότι τι θα γίνει αν οποιαδήποτε στιγμή σταματήσει;» διερωτάται η πρόεδρος του Δημοτικού Βρεφοκομείου Αθηνών κυρία Μαρία Ηλιοπούλου.
Για την κάλυψη των διαθέσιμων θέσεων, με τη νέα χρονιά πρόκειται να γίνει χρήση τριών σχολικών του δήμου, προκειμένου να μετακινούνται όσα παιδιά πληρούν τις προϋποθέσεις ένταξης, όμως δεν υπάρχουν θέσεις σε κοντινές τους δομές. Συγχρόνως γίνεται προετοιμασία για την επόμενη σχολική χρονιά. Εχει γίνει πρόσκληση ενδιαφέροντος προκειμένου να ενοικιαστούν διαθέσιμα κτίρια τα οποία θα αντικαταστήσουν όσα δεν ανταποκρίνονται στις νέες προϋποθέσεις αδειοδότησης, αλλά και να φτιαχτούν νέες δομές. Ηδη κατασκευάζονται δύο νέοι σταθμοί στην Κυψέλη και στο Μεταξουργείο, με δυναμικότητα φιλοξενίας 120 παιδιών.
Σύμφωνα με την κυρία Ηλιοπούλου, το πρόβλημα στον Δήμο Αθηναίων για τη χρονιά 2014-15 είναι η αβεβαιότητα ως προς το διαθέσιμο προσωπικό. Σήμερα, οι 170 συμβασιούχοι εργαζόμενοι βρίσκονται στα δικαστήρια και όταν εκδοθεί η σχετική απόφαση μπορεί να μην ανήκουν πια στο προσωπικό. «Επειτα από μεγάλο αγώνα επιτύχαμε τον Οκτώβριο την πρόσληψη 326 ατόμων με σύμβαση ορισμένου χρόνου, για την κάλυψη σημαντικών αναγκών των παιδικών σταθμών» αναφέρει στο «Βήμα». Παράλληλα εκφράζει την αγωνία της για την επόμενη χρονιά: «Πώς μπορούμε να κάνουμε ολοκληρωμένο και βιώσιμο προγραμματισμό όταν το τοπίο ως προς το διαθέσιμο προσωπικό είναι τόσο θολό;».
Την ίδια στιγμή, ενώ από τον Ιούλιο υπήρξε θετική απόκριση για την απορρόφηση περίπου 200 παιδαγωγών προσχολικής αγωγής των ΤΕΛ που έχουν μπει στη διαδικασία κινητικότητας, ως σήμερα δεν έχει γίνει τίποτε. Η υποστελέχωση γίνεται φανερή από το γεγονός ότι σήμερα στο Δημοτικό Βρεφοκομείο παραμένουν μόλις οι δύο από τους πέντε κοινωνικούς λειτουργούς, καθώς οι άλλοι τρεις παραχωρήθηκαν στον δήμο για τις δικές του κοινωνικές υπηρεσίες. Δεν υπάρχει επίσης παιδίατρος, ενώ στον δήμο υπάρχουν μόλις τρεις για επτά δημοτικά ιατρεία.
Η παράλληλη στήριξη των αναπληρωτών
Τα προβλήματα στον κλάδο της ειδικής αγωγής δεν οφείλονται
απαραίτητα στην κρίση, καθώς δεν υπήρχε ποτέ σαφές καθεστώς για τη
μαθησιακή στήριξη παιδιών με αναπηρίες. «Η παράλληλη στήριξη και
γενικά οι δομές ειδικής αγωγής δεν προσφέρουν οργανικές θέσεις, γεγονός
που σημαίνει ότι οι περισσότεροι από εμάς κάθε χρόνο αλλάζουμε σχολεία» αναφέρει στο «Βήμα» ο Κωνσταντίνος,
φιλόλογος παράλληλης στήριξης τα τελευταία δέκα χρόνια. Είναι ένας από
τους χιλιάδες εκπαιδευτικούς για τον οποίο κάθε χρονιά είναι μια νέα
εμπειρία. «Το έχουμε βιώσει σε μεγάλο βαθμό το κομμάτι της
μετακίνησης. Οχι μόνο δεν ξέρεις πού θα βρεθείς, αλλά δεν ξέρεις και το
πότε θα κληθείς να μεταβείς στο εκάστοτε σχολείο».
Δώδεκα χρόνια τώρα, οι εκπαιδευτικοί του προγράμματος εξειδικευμένης εκπαιδευτικής υποστήριξης μαθητών με αναπηρίες στα γενικά σχολεία καλύπτουν ως αναπληρωτές πάγια κενά στον χώρο της ειδικής εκπαίδευσης. Δηλαδή προσλαμβάνονται με το άκουσμα του πρώτου κουδουνιού και απολύονται με τη λήξη της χρονιάς, για να βρεθούν την επόμενη χρονιά ίσως σε άλλη πόλη ή σε άλλον νομό. Το μεγαλύτερο πρόβλημα όμως που αντιμετωπίζουν δεν είναι το καθεστώς εργασίας, αλλά η αβεβαιότητα δεδομένου ότι οι προσλήψεις γίνονται από το 2007 μέσω ΕΣΠΑ, με αποτέλεσμα, όπως σχολιάζουν, «όσο θα υφίσταται, να υπάρχουμε και εμείς».
Ως τις αρχές Σεπτεμβρίου γνώριζαν ότι εφέτος η ειδική αγωγή θα στελεχωνόταν και θα λειτουργούσε μόνο χάρη στα κοινοτικά κονδύλια, τόσο μέσω του προγράμματος για την παράλληλη στήριξη, αλλά και ενός νέου προγράμματος για τα ειδικά σχολεία και τα τμήματα ένταξης που αντικατέστησε τις προσλήψεις μέσω κρατικού προϋπολογισμού. Εξαίρεση θα αποτελούσαν οι περιοχές της Στερεάς Ελλάδας και του Νοτίου Αιγαίου, όπου οι προσλήψεις θα συνεχίζονταν μέσω εθνικών πόρων, κάτι το οποίο δεν έγινε ποτέ, καθώς οι πιστώσεις δεν αρκούσαν.
Η Σταυρούλα, φιλόλογος της παράλληλης στήριξης από το 2010 στην Αττική, εξηγεί ότι πριν από την κρίση είχαν ενημερωθεί για τη διεξαγωγή διαγωνισμού μέσω ΑΣΕΠ καθηγητών ειδικής αγωγής το 2013 ώστε να υπάρξουν στον χώρο μόνιμοι εκπαιδευτικοί. «Ο διαγωνισμός ακυρώθηκε και δεν υπάρχει κάποια κίνηση για το τι θα γίνει τελικά. Από ό,τι έχουμε καταλάβει, υπάρχει η πολιτική να προσλαμβάνονται περισσότεροι καθηγητές μειωμένου ωραρίου, ώστε να φαίνεται ότι περισσότερα άτομα μπαίνουν στην παράλληλη στήριξη, με επακόλουθο την καλή εικόνα στην Ευρώπη για την ανανέωση των προγραμμάτων. Παραβλέποντας κριτήρια κοινωνικά, παιδείας, συναισθηματικά για τα παιδιά κυρίως. Το μόνο που υπολογίζεται είναι τα οικονομικά του υπουργείου».
«Ρόλος μας να βοηθάμε το παιδί»
«Ο ρόλος μας είναι να βοηθάμε το παιδί να παρακολουθήσει το
μάθημα, να ενταχθεί στη διαδικασία της τάξης, να μπορεί το ίδιο να
αναπτύξει χειρισμούς ώστε να παρακολουθεί καλύτερα, να κρατά σημειώσεις
και να είναι και το ίδιο πιο αποδοτικό» εξηγεί η Σταυρούλα. Πώς θα
γίνει όμως αυτό όταν μόλις «χτιστεί» μια ιδιαίτερη ψυχολογική σχέση
μεταξύ μαθητών και συνοδών, αυτοί αλλάζουν, για να έρθουν άλλοι την
επόμενη χρονιά; «Εχει τύχει σε συναδέλφους να έχουν δεύτερη χρονιά
το ίδιο παιδί, αλλά είναι κάτι πολύ σπάνιο. Στις περισσότερες
περιπτώσεις συνεργαζόμαστε με διαφορετικά παιδιά» υπογραμμίζει.
Παρά τις επιστολές γονέων για την αλλαγή αυτής της κατάστασης, η
τοποθέτηση των εκπαιδευτικών γίνεται μόνο με τυπικά κριτήρια.
Και αν τα παραπάνω μοιάζουν πια συνηθισμένα, η έλλειψη ανθρωπιάς του ίδιου του κρατικού μηχανισμού επαληθεύεται ακόμη μία φορά. «Αυτή τη στιγμή στην Αττική υπάρχει λίστα αναμονής 4.000 παιδιών με διανοητικές δυσλειτουργίες τα οποία δεν μπορούν να διαγνωσθούν λόγω της υποστελέχωσης των δομών» αναφέρει στο «Βήμα» η κυρία Μπέτυ Λεωτσάκου, πρόεδρος του Συλλόγου Ειδικού Εκπαιδευτικού Προσωπικού Ειδικής Αγωγής Αττικής. Στην πλειονότητά τους τα Κέντρα Διάγνωσης Διαφοροδιάγνωσης και Υποστήριξης (ΚΕΔΔΥ) και οι Επιτροπές Διαγνωστικής Εκπαιδευτικής Αξιολόγησης και Υποστήριξης (ΕΔΕΑΥ), αρμόδια για την αξιολόγηση των αναγκών των παιδιών, δεν έχουν καν στελεχωθεί.
Ως αποτέλεσμα οι αξιολογήσεις των μαθητών καθυστερούν και κατ' επέκταση η παροχή κατάλληλης εκπαιδευτικής παρέμβασης σε όσους το έχουν ανάγκη. «Δυστυχώς κάθε Σεπτέμβριο τα σχολεία δεν ξεκινούν με όλους τους μαθητές. Τα κενά είναι τεράστια στα 62 ΚΕΔΔΥ της χώρας, ενώ ως και σήμερα είναι ανέφικτο να λειτουργήσουν οι διεπιστημονικές ομάδες. Στην Αττική συγκεκριμένα λειτουργούν μόνο τρεις από τις 12 που θα έπρεπε» επισημαίνει η κυρία Λεωτσάκου.
tovima.gr